Ένας κύκλος κλείνει, πολλοί ανοίγουν…

Στις 20 Σεπτέμβρη του 2015, μια πρωτοβουλία αναρχικών αποφάσισε να καταλάβει το κτίριο της οδού Παπαμιχελάκη 39 στο Ρέθυμνο. Η ομάδα αυτή, αναγνώρισε την αναγκαιότητα μιας κατάληψης στο χώρο του Ρεθύμνου με στόχο να στεγάσει την δράση της, αλλά και να πλαισιωθεί από πολιτικά υποκείμενα που θα ήθελαν να δραστηριοποιηθούν μέσα σε αυτή.

Από την πρώτη μέρα της κατάληψης του κτιρίου, η όλη προσπάθεια στηρίχθηκε από την αρχική ομάδα, ελάχιστες ατομικότητες και μια ομάδα συντρόφων/ισσών από τα Χανιά. Πρώτιστο μέλημα του συνόλου των ατόμων που πλαισίωσαν το εγχείρημα, ήταν να ανοιχτεί σε όλους αυτούς που εντάσσουν τη δράση τους και τη σκέψη τους στον αντιεξουσιαστικό/αναρχικό/αντιφασιστικό χώρο και να θέσουν οι ίδιοι τα δικά τους χαρακτηριστικά στις πρώτες πολιτικές συνελεύσεις, που θα καθόριζαν το πολιτικό και διαχειριστικό πλαίσιο της κατάληψης. Το πολιτικό πλαίσιο που αποφασίστηκε, είχε κατά τη γνώμη μας μινιμαρισμένα πολιτικά χαρακτηριστικά, για να διασφαλίζεται η ανοικτότητα σε όλες τις αναρχικές τάσεις. (http://papamixelaki.espivblogs. net στο blog υπάρχει και το κείμενο αυτοπαρουσίασης της κατάληψης. ) Η απουσία σχεδόν του συνόλου των συλλογικοτήτων που καλέστηκαν ήταν εκκωφαντική. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν αποτέλεσε τροχοπέδη για την δράση μας.

Στο διάστημα που η κατάληψη παρέμενε ενεργή λειτουργούσε από μια ανοικτή διαχειριστική συνέλευση ατομικοτήτων, που στην πορεία λόγω των συνθηκών πήρε και πολιτικά χαρακτηριστικά, διατηρώντας οι ατομικότητες τη δικιά τους ξεχωριστή πολιτική ταυτότητα. Μέσα από τη σύνθεση και τη ζύμωση των ατομικών πολιτικών μας χαρακτηριστικών, προέκυψαν ένα πλήθος αυτοοργανωμένων εκδηλώσεων, καλέσματα για δράση, αλλά και συμμετοχές σε πανελλαδικά καλέσματα δράσης, πολιτικές συζητήσεις και αλληλεπίδραση με ομάδες/συλλογικότητες από όλη την Ελλάδα.

Οι εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα στην κατάληψη αφορούσαν θεματικές όπως η αλληλεγγύη στους πολιτικούς κρατούμενους, το καταληψιακό ζήτημα, τις εξελίξεις στο κουρδικό πείραμα, τα οργανωτικά και πολιτικά ζητήματα που έθεσε ο μαύρος Δεκέμβρης, και τον ένοπλο αναρχικό αγώνα. Παράλληλα, η κατάληψη παρέμενε ανοιχτή μέσω προβολών και καφενείων, που στόχο είχαν την ενίσχυση πολιτικών κρατουμένων και των αυτοδιαχειριζόμενων εγχειρημάτων. Επίσης θέλαμε τη λειτουργία στο χώρο κινηματικού βιβλιοπωλείου και τη διακίνηση έντυπου υλικού, κάτι που στήσαμε από την αρχή, μετά την άρνηση του laboratorio influenza (κινητό κινηματικό βιβλιοπωλείο) να συμμετέχει και να διακινεί τα βιβλία του στην κατάληψη. Η κατάληψη παπαμιχελάκη είχε ενεργό συμμετοχή στα καλέσματα δράσης αλλά και στο συντονισμό για την αλληλεγγύη στους πολιτικούς κρατούμενους που κάλεσε η συνέλευση αλληλεγγύης της Αθήνας. Παράλληλα, μαζί με ένα ευρύ σύνολο συλλογικοτήτων και ομάδων, η κατάληψη αναγνώρισε ορισμένες προβληματικές στο κινηματικό μέσο Athens indymedia , συμμετείχε στην ανοικτή απολογιστική και αποφάσισε να στηρίξει την διαχείριση του μέσου μέσω της συμμετοχής συντρόφων στη δ.ο.

Σημαντική πολιτική παρακαταθήκη αποτέλεσε για εμάς η συμμετοχή στο κάλεσμα του μαύρου Δεκέμβρη, και το οργανωτικό μοντέλο που προτάθηκε και μετουσιώθηκε σε πραγματικότητα, με τον Εξεγερτικό σύνδεσμο θεωρίας και πράξης. Μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία, ξεκίνησε το κάλεσμα για συντονισμό δράσης “Fuck nations, squat the world”, με θεματική τις καταλήψεις. Μέσω αυτού προέκυψε αλληλεπίδραση με συντρόφια από όλη την Ελλάδα, πολιτικά κείμενα από συλλογικότητες/ομάδες/καταλήψεις, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό, και πολύμορφες δράσεις.

Σε τοπικό επίπεδο, προχωρήσαμε σε δύο εσωτερικά καλέσματα που αφορούσαν το συντονισμό της πορείας της 6 Δεκέμβρη και την ενημέρωση για το κάλεσμα της συνέλευσης αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους της Αθήνας. Η συμμετοχή των συλλογικοτήτων που καλέστηκαν, ήταν ανύπαρκτη. Μάλιστα, στο κάλεσμα που πραγματοποιήθηκε για τον συντονισμό της πορείας, η α.δ.ρε. πέρα από την επιδεικτική απουσία της, λειτούργησε αντιπαραθετικά και απομονωτικά, κάνοντας παρόμοιο κάλεσμα για συνέλευση εκ των υστέρων, χωρίς όμως να καλέσει την κατάληψη. Αυτό το γεγονός, αποτελεί μονάχα ένα από τα πολλά, που αναδεικνύουν το κλίμα απομόνωσης που συνέχιζε να δομείται γύρω από την κατάληψη και τα άτομα που συμμετείχαν. Η κατάσταση αυτή, δεν προέκυψε από διαφωνίες που τέθηκαν σε πολιτικές διαδικασίες, αλλά στο προσφιλές σε αυτούς καφενειακό επίπεδο, όπου οι χαρακτηρισμοί και οι ταμπέλες προσδίδονταν στην κατάληψη και σε συντρόφους ανέξοδα και χωρίς καμία πολιτική βάση.

Περιγράφοντας τις προβληματικές που αντιμετωπίσαμε, και το κλίμα που υπήρχε γύρω από την κατάληψη, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε τις δικές μας ευθύνες. Η αυτοκριτική σε έναν κύκλο που κλείνει, είναι απαραίτητη. Η αρχική δυναμική που αναπτύχθηκε το πρώτο διάστημα, άρχισε να φθίνει όταν άρχισε να κυριαρχεί η λογική της ανάθεσης, η ασυνέπεια και η έλλειψη σεβασμού σε ορισμένες συλλογικές αποφάσεις. Αυτές οι συμπεριφορές οδήγησαν σε μια σταδιακή φθορά των συντροφικών μας σχέσεων και σε έλλειψη εμπιστοσύνης, όπου νομοτελειακά θα οδηγούσε σε μια οριακή κατάσταση. Ακόμα και μετά την απολογιστική συνέλευση του πρώτου εξαμήνου, όπου αναγνωρίστηκαν από το σύνολο των υποκειμένων που συμμετείχαν στη κατάληψη οι παραπάνω λογικές, καμία από αυτές δεν υποχώρησε.

Με αρνητική παρακαταθήκη όλα τα ανωτέρω, και μη μπορώντας να ξεφύγουμε από διαχρονικές παθογένειες που ταλανίζουν τον α/α χώρο στην ελλάδα, απωλέσαμε την πρόσβασή μας στον κατειλημμένο ιδιωτικό χώρο που στεγαζόταν η κατάληψη. Ο ιδιοκτήτης του κτιρίου, που εδώ και καιρό προσπαθούσε μάταια να επανακτήσει την κυριότητά του, αντιλήφθηκε και αυτός, πέρα από τον κρατικό μηχανισμό, ότι η αναρχία το καλοκαίρι πάει διακοπές. Το αποτέλεσμα ήταν να οχυρώσει το κτίριο με την τοποθέτηση κάγκελων, αποκλείοντάς μας την πρόσβαση. Κρίνοντας την παρούσα δυναμική, τόσο μεταξύ μας, όσο και σε τοπικό επίπεδο και τη φθίνουσα πορεία των συντροφικών μας σχέσεων, αποφασίσαμε ότι είναι μάταιο να προβούμε στην προσπάθεια ανακατάληψης του κτιρίου.

Κλείνοντας το τελευταίο κείμενο της κατάληψης, θέλουμε να επισημάνουμε ότι το εγχείρημα αυτό αποτελεί χειροπιαστή απόδειξη, ενάντια στη διάχυτη πεποίθηση που κυριαρχούσε, ότι δεν θα μπορούσε ποτέ στην πόλη του ρεθύμνου να καταληφθεί ένα κτίριο με πολιτικά χαρακτηριστικά. Παράλληλα, θέλουμε να κρατήσουμε ως θετική παρακαταθήκη τη δημιουργία ορισμένων νέων συντροφικών σχέσεων, τη σύσφιξη και ζύμωση προϋπαρχόντων, καθώς και τη γενικότερη παρουσία μας, έστω και προβληματική, στη συντηρητική κοινωνία του ρεθύμνου.

Η δράση και η πολιτική υπόσταση των ατομικοτήτων που απάρτισαν την κατάληψη παπαμιχελάκη, δεν σταματά με το κλείσιμο αυτού του κύκλου.  Αντιθέτως, ο κάθε σύντροφος/ισσα θα συνεχίσει να πράττει πολιτικά με βάση τη συνείδησή του/της.